កាំបិតស្នៀត Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
μαχαίρι
común
🇪🇸 Necesito un cuchillo para cortar la fruta.
🇬🇷 Χρειάζομαι ένα μαχαίρι για να κόψω τα φρούτα.
🇪🇸 El cuchillo está en la mesa.
🇬🇷 Το μαχαίρι είναι στο τραπέζι.
|
uso cotidiano | |
|
μαχαιρίδιο
técnico
🇪🇸 El cuchillo de cocina es muy afilado.
🇬🇷 Το μαχαιρίδιο κουζίνας είναι πολύ κοφτερό.
🇪🇸 Se usa un cuchillo especial para cirugías.
🇬🇷 Χρησιμοποιείται ένα ειδικό μαχαιρίδιο για χειρουργεία.
|
técnico | |
|
πριόνι
raro
🇪🇸 El carpintero usó un pequeño serrucho.
🇬🇷 Ο ξυλουργός χρησιμοποίησε ένα μικρό πριόνι.
🇪🇸 El árbol fue cortado con un serrucho.
🇬🇷 Το δέντρο κόπηκε με πριόνι.
|
literario |